(Πραξ. ε' 41). Τότε ἤθελες ιδεί ἐκεῖνον τόν δειλότατον καί φιλόζῳον Πέτρον, ὅπου πρότερον δεν ἠδυνήθη νᾷ ἀκούσῃ χωρίς φόβο οὔτε ἔν ψιλόν λόγον ἑνός δυστυχισμένου κορασίου, πώς ἐστάθη με τόσην ἀφοβία καί τόλμη καί ἐδημηγόρησε μεγαλοφώνως ἔμπροσθεν εἴς ἔνα μυριάριθμον πλῆθος ἀνθρώπων, χωρίς νᾷ στοχάζεται πώς εἶναι ολότελα ἄνθρωποι ἀλλά πώς εἶναι κνώδαλα καί φυτά ἤ λίθοι καί με τήν δημηγορία του εἵλκυσεν εἴς τήν πίστη του Χριστοῦ τρεῖς χιλιάδες λαοῦ «σταθείς δέ Πέτρος σύν τοίς ἕνδεκα ἐπῆρε τήν φωνήν αὐτοῦ, καί απεφθέγξατο αὐτοῖς» (Πραξ. β' 14). Τότε ἤθελες ιδή ἐκείνους τούς ἁλιεῖς καί ἀγραμμάτους πλουτισμένους ἀπό τόσην σοφίαν καί σύνεσιν, ὥστε νᾷ κάμνουν τούς σοφούς καί γραμματισμένους νᾷ ἐξίστανται καί νᾷ ἀποροῦν «καί καταλαβόμενοι, ὅτι ἄνθρωποι ἀγράμματοι εἰσί καί ἰδιῶται εθάυμαζον». (Πραξ. δ' 13). Καί τοῦτο διατί; Διότι ἔδωκεν εἴς τήν καρδίαν αὐτῶν χύμα γνώσεως τό Πνεῦμα τό Ἅγιον, καθώς εἶναι γεγραμμένο περί του Σολωμόντος «καί ἔδωκε Κύριος φρόνηση τῳ Σολομῶν καί χύμα καρδίας». (Γ' Βασιλ. δ' 29) καί διότι ἥψατο Κύριος καρδίας αὐτῶν ὡς γέγραπται»(Α' Βασιλ. ι 26). Ὦ χάρις! Ὦ ἐνέργεια ! ὦ πῦρ του ἀγίου πνεύματος, τό ὁποῖον ὅταν μία φορά ἀνάψῃ τήν καρδίαν, τούς λαγωούς κάμνει λέοντας, τούς αδυνάτούς δυνατούς, τούς ἀσόφους σοφούς, τούς πηλίνους κατασκευάζει πυρίνους καί τούς πρώην ανδριάντας μεταβάλλει εἴς ἄνδρας τελείους. Καί τοῦτο εἶναι ἐκεῖνο ὅπου ὁ Θεός ὑπεσχέθη νᾷ δώσῃ δία του προφήτου Μιχαίου λέγων «ούκ ἔσται ὁ ἐπακούων αὐτῶν, ἐάν μή ἐγώ ἐμπλήσω ἰσχύν ἐκ Πνεύματος Κυρίου.»(Μιχ. Γ' 8).
Ένα ιστολόγιο αφιερωμένο στην πνευματική κίνηση των Αγίων Κολλυβάδων, στην φιλοκαλική παράδοση και το ορθόδοξο ύφος και ήθος.

Το Σάββατο της Διακαινησίμου εβδομάδος η Εκκλησία μας τιμά άπαντες τούς Αγίους Κολλυβάδες Πατέρες. Πρόκειται για οσιακές μορφές κυρίως του 18ου και του 19ου αιώνος, αν και δεν είναι άτοπο να συγκαταριθμήσουμε μαζί τους και άλλους Πατέρες του 20ου, οι οποίοι αγωνίστηκαν να επαναφέρουν στο προσκήνιο την γνήσια ορθόδοξη πνευματική ζωή. Η αρχή έγινε με οξείες διαφωνίες με άλλους αγιορείτες που υποστήριζαν την κατά την Κυριακή τέλεση των μνημοσύνων αλλά και την σπάνια συμμετοχή στην θεία Κοινωνία. Οι «Κολλυβάδες»- όνομα που τους επιδόθηκε σκωπτικά- αγωνίστηκαν να συνδέσουν τους ορθοδόξους της εποχής τους με την λοιπή ιερή ασκητική Παράδοση της Εκκλησίας μας, όχι μόνον διότι το ορθό ήταν να τελούνται τα μνημόσυνα το Σάββατο και οι Χριστιανοί να κοινωνούν συχνά, αλλά επειδή γενικότερα η ησυχαστική ζωή της Εκκλησίας είχε παραγκωνισθεί. Αυτός είναι και ο λόγος που οι Κολλυβάδες προτείνουν διαρκώς θέσεις του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά. Βέβαια, όπως τότε ο μεγάλος αυτός Πατήρ παρεξηγήθηκε έτσι και αυτοί παρεξηγήθηκαν, πολεμήθηκαν και διώχθηκαν προς χάρη της Αλήθειας. Το Φιλοκαλλικό Πνευματικό κίνημα αυτών των Οσίων οφείλουμε να το βιώνουμε διαρκώς εντός της Εκκλησίας, εάν θέλουμε να είμαστε συνδεδεμένοι με ολόκληρη την αγιοπνευματική Παράδοση Αυτής. Το φοβερότερο είναι πως ακόμη και σήμερα, ενώ πλέον έχουν ανακηρυχθεί Άγιοι της Εκκλησίας και εμείς είμαστε σε θέση να παρατηρήσουμε πως όσα δίδαξαν είναι απολύτως σύμφωνα προς την Ιερά Παράδοση της Εκκλησίας μας, κατηγορούνται και συκοφαντούνται από κάποιους που θεώρησαν εαυτούς ανωτέρους των Αγίων.
κειμ. ΙΜ Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου
εικών Δημητρέλος
Σάββατο 22 Ιουνίου 2013
ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ ΜΕΛΕΤΗ ΛΓ' Εἴς τήν Πεντηκοστήν, κατά τήν ὁποίαν ἐνήργησε τό Πνεῦμα τό ἅγιον εἰς τούς Ἀποστόλους
(Πραξ. ε' 41). Τότε ἤθελες ιδεί ἐκεῖνον τόν δειλότατον καί φιλόζῳον Πέτρον, ὅπου πρότερον δεν ἠδυνήθη νᾷ ἀκούσῃ χωρίς φόβο οὔτε ἔν ψιλόν λόγον ἑνός δυστυχισμένου κορασίου, πώς ἐστάθη με τόσην ἀφοβία καί τόλμη καί ἐδημηγόρησε μεγαλοφώνως ἔμπροσθεν εἴς ἔνα μυριάριθμον πλῆθος ἀνθρώπων, χωρίς νᾷ στοχάζεται πώς εἶναι ολότελα ἄνθρωποι ἀλλά πώς εἶναι κνώδαλα καί φυτά ἤ λίθοι καί με τήν δημηγορία του εἵλκυσεν εἴς τήν πίστη του Χριστοῦ τρεῖς χιλιάδες λαοῦ «σταθείς δέ Πέτρος σύν τοίς ἕνδεκα ἐπῆρε τήν φωνήν αὐτοῦ, καί απεφθέγξατο αὐτοῖς» (Πραξ. β' 14). Τότε ἤθελες ιδή ἐκείνους τούς ἁλιεῖς καί ἀγραμμάτους πλουτισμένους ἀπό τόσην σοφίαν καί σύνεσιν, ὥστε νᾷ κάμνουν τούς σοφούς καί γραμματισμένους νᾷ ἐξίστανται καί νᾷ ἀποροῦν «καί καταλαβόμενοι, ὅτι ἄνθρωποι ἀγράμματοι εἰσί καί ἰδιῶται εθάυμαζον». (Πραξ. δ' 13). Καί τοῦτο διατί; Διότι ἔδωκεν εἴς τήν καρδίαν αὐτῶν χύμα γνώσεως τό Πνεῦμα τό Ἅγιον, καθώς εἶναι γεγραμμένο περί του Σολωμόντος «καί ἔδωκε Κύριος φρόνηση τῳ Σολομῶν καί χύμα καρδίας». (Γ' Βασιλ. δ' 29) καί διότι ἥψατο Κύριος καρδίας αὐτῶν ὡς γέγραπται»(Α' Βασιλ. ι 26). Ὦ χάρις! Ὦ ἐνέργεια ! ὦ πῦρ του ἀγίου πνεύματος, τό ὁποῖον ὅταν μία φορά ἀνάψῃ τήν καρδίαν, τούς λαγωούς κάμνει λέοντας, τούς αδυνάτούς δυνατούς, τούς ἀσόφους σοφούς, τούς πηλίνους κατασκευάζει πυρίνους καί τούς πρώην ανδριάντας μεταβάλλει εἴς ἄνδρας τελείους. Καί τοῦτο εἶναι ἐκεῖνο ὅπου ὁ Θεός ὑπεσχέθη νᾷ δώσῃ δία του προφήτου Μιχαίου λέγων «ούκ ἔσται ὁ ἐπακούων αὐτῶν, ἐάν μή ἐγώ ἐμπλήσω ἰσχύν ἐκ Πνεύματος Κυρίου.»(Μιχ. Γ' 8).
Σάββατο 20 Απριλίου 2013
Από το βίο του αγίου Σάββα του εν Καλύμνω

...Κατά προτροπήν άλλων συνασκητών του πειράται να δοκιμάσει ρεβύθια άνευ της ευλογίας του γέροντος. Τούτο γίνεται χωρίς, φυσικά, να το προσέξη, όλως αυθορμήτως. Και ενώ ετοιμάζεται να δοκιμάση τον ξηρόν τούτον καρπόν, βλέπει, αίφνης, αντικρύ τον δαίμονα να τω λέγει περιχαρής: «Σάββα σε κατάφερα». Αυτό δεν θα το λησμονίσει ποτέ. Τώρα μεν σπεύδει εις τον γέροντά του και εξομολογείται την πράξιν. Εις όλην δε την ζωήν του θα ενθυμείται το γεγονός τούτο και θα λαμβάνει αφορμήν να διδάσκει το βλαβερόν και επιζήμιον της λαθροφαγίας.
… Έζησε με ιεράν συγκίνησιν το πρώτο θαύμα του αγίου Νεκταρίου, όταν, μετά την κοίμησιν είδε να κλίνει ο άγιος την κεφαλήν του προκειμένου να τω φορέση το πετραχείλιόν του και να επανέρχηται εις την φυσικήν της κατάστασιν.
Κατά τας πρώτας ημέρας και ενώ αι αδελφαί της οσιακής μονής της Αγίας Τριάδος διετέλουν υπό το κράτος βαθυτάτης λύπης, ο π. Σάββας συνέχιζε την μετά του αγίου Νεκταρίου επικοινωνίαν του. Πώς; Επί τρείς συνεχείς νύκτας αι αδελφαί ήκουον συνομιλίας επί του τάφου. Όταν ποτέ μετέβησαν εις το κελλίον του π. Σάββα δια να ζητήσουν την εξήγησίν του δεν τον ηύρον εκεί. Πλησιάσασαι τότε προς τον τάφον είδον τον άγιον Σάββαν παρά τον τάφον συνομιλούντα με τον άγιον Νεκτάριον.
- Όταν ήκουε ότι κάποιος ήθελε να εξομολογηθεί δεν εφείδετο κόπου και μόχθου. Έτρεχε πρόθυμος ο μακάριος δια να τον συνδράμει. Ήτο επιεικής και εύσπλαχνος εις τας αμαρτίας των άλλων, δεν ενείχετο όμως την βλασφημίαν και την κατάκρισιν. Αυτά τα δύο πολύ τον ετάρασσον. «Βλασφημείς, έλεγε, βλασφημείς; Να δαγκώσεις την γλώσσαν σου». Η μεγάλη αυτή αμαρτία κατά του αγίου και προσκυνητού ονόματος του Κυρίου προεκάλει ισχυρόν ερεθισμόν, ίδιον των καθαρών πνευμάτων, τα οποία υμνούν το πανύμνητον όνομα του Ιησού ... Ούτε και την κατάκρισιν εδέχετο. «Κατακρίνεις, κατακρίνεις τον αδελφόν σου;» έλεγε και έθετε βαρύ επιτίμιον. Αμφότερα μαρτυρούν την λεπτήν και ευαίσθητον καρδίαν του.
Κατά την Θείαν Λειτουργίαν είχε τελείαν προσήλωσιν εις το τελούμενον μυστήριον και πολλάκις συλλειτούργει μετά των αγίων ή συνωμίλει με τους τρείς Ιεράρχας και άλλους αγίους. Εννοείται δε και χοροί αγγέλων τον περιέβαλλον. Κατά την Θείαν μετάληψιν πάλιν συνέβη πολλάκις να παρατηρηθεί υπό αδελφών ή και συλλειτουργών του να φουσκώνει το Άγιον Ποτήριον χωρίς όμως να πίπτει η Θεία Ευχαριστία. Ήδη προεγεύετο του ουρανίου κάλλους και συνελειτούργει με τους λειτουργούς της θριαμβευούσης εκκλησίας.
Κάποτε ... την Καθαράν Δευτέραν, τον έκλεισεν ο μισόκαλος επί τρείς ημέρας εις το κελλίον του. Ίστατο εις την θύραν έσωθεν και πεισμόνως τω έλεγε: «Δεν σ' αφήνω. Εδώ θα μείνης». Τώρα ήρχιζεν εντονώτερος ο προσωπικός αγών ... και εφυγαδεύετο κατησχυμένος ο εχθρός.
Η σκληρά άσκησίς του τω εχάρισε δύο τινά: την ευωδίαν του σώματος, αλλά και την ασθένειαν αυτού... Το πέρασμά του ήτο ευώδες. Κατά την προσευχήν του επληρούτο ο ναός ή το κελλίον του και εξερχομένη η θεία ευωδία επλήρου την πέριξ περιοχήν. Αυτή η ευωδία θα εξέλθη και από το μνήμα του κατά την εκταφήν του και θα παρέχηται ενίοτε τοις επικαλουμένοις την χάριν του...
Η τροφή του συνίστατο από το πρόσφορον της Θείας Λειτουργίας, το οποίον δίκην αντιδώρου μετά νάματος και ολίγου δενδρολιβάνου θα στηρίξουν επί έτη, ολόκληρον ζωήν τον αθλητήν.
Και επειδή ενόμιζε ότι ... ο ύπνος των δύο περίπου ωρών του εικοσιετραώρου δεν ήσαν αρκετά να ασκήσουν τον άνθρωπόν του, ελάμβανε βαρύ σίδηρον και εκτύπα αυτό επί μεγάλων λίθων, δια να εργασθή, ώς έλεγε, και να δικαιολογήση τον χρόνον της ζωής του. Και όλα αυτά υπό δυσμενείς συνθήκας, καθόσον έπασχεν εκ προστάτου και είχε χρονίαν κοιλιακήν πάθησιν, γεγονός το οποίον σκληρώς τον εβασάνιζεν.
Ήτο πάντοτε σοβαρός και δεν ηνείχετο τους γελώντας, «ουαί οι γελώντες», επαναλάμβανε και εζήτει από όλους σοβαρότητα, ίδιον των ωρίμων.
...Επρόσεχε πολύ τον σκανδαλισμόν. Και να λυπήση απέφευγε. ...
Ενίοτε κατήρχετο εις την πόλιν...Τότε εκράτει μίαν μεγάλην ομπρέλλαν εις τρόπον ώστε να μην φαίνεται η κεφαλή του...δια να κρύπτει εαυτόν. Δεν ήθελε να έχει πνευματικάς διαχύσεις και εικόνας δια πειρασμούς.
Ότε μετέβη εις Αθήνας ... δια εγχείρησιν προστάτου... εδέχθη κατά συρροήν την ευλαβή προσκύνησιν των ιατρών, νοσοκόμων και άλλων επιζητούντων ... την ευχήν του ... διότι κατά την εγχείρησιν διεπίστωσαν την αγγελικήν αγνότητά του.
Χρήματα ουδέποτε εκράτει. Κατά την εκτέλεσιν του επάνω έργου (των ιδίων κελλίων) επέτρεπε να λαμβάνει έκαστος την αμοιβήν του από το συρτάρι. Από την Αγιογραφίαν και τα Μυστήρια ό,τι ελάμβανε τα έδιδε τοις πτωχοίς, ταις χήραις και τοις ορφανοίς. Με την δύσιν του ηλίου δεν ήθελε να έχει χρήματα. ...
... Όταν αγαπά τις τον Θεόν υπακούει. Όταν υπακούει ταπεινοί εαυτόν...
... Αυτός ο ακρότατος ασκητής, ο και τη προσφοράν του Ιορδάνου αρνούμενος, εδέχθη χάριν της υπακοής, τροφήν, την οποίαν ουδέποτε θα ηδύνατο – ίσως - να διανοηθή ότι θα ελάμβανε. Τώρα την πρώτην θέσιν είχε η εντολή του γέροντός του, η υπακοή!
... Περί το τέλος της ζωής του ευρίσκετο εν άκρα περισυλλογή και ιερά κατανύξει. Επί τρείς ημέρας ουδένα εδέχθη... Έδωσε τας τελευταίας συμβουλάς. Εζήτησεν την εν Χριστώ αγάπην και υπακοήν και όταν ο επιθανάτιος ρόγχος τον κατέλαβε και επί μακρόν συνεχίζετο, αίφνης, λαμβάνει δυνάμεις, ενώνει τας μικράς ευλογημένας χείρας του και χειροκροτεί επανειλημμένως ενώ εκ των χειλέων του εξέρχονται αι τελευταίαι ιεραί φράσεις: «Ο Κύριος, ο Κύριος, ο Κύριος, ο Κύριος, ο Κύριος, ο Κύριος». ... Την ώραν εκείνην ολίγαι μόνον μοναχαί (τον) περιέβαλλον ... Κάποια μοναχή είδε – κατά θείαν παραχώρησιν – τον άγιον Σάββαν να ανέρχεται εν μέσω χρυσού συννέφου εις τον ουρανόν ... και να ψάλλει με γλυκυτάτην φωνήν το : «Ευαγγελίζου γή χαράν μεγάλην». Ήτο εσπέρας του Ευαγγελισμού με το παλαιόν τότε και η εκκλησία μας, ήρχισεν εορτάζουσα την λαμπράν ημέρα της Θεοτόκου και της ανθρωπότητος, την οποίαν τόσο πολύ ηυλαβείτο ο άγιος.
Την 7ην Απριλίου 1957 προεξάρχοντος του μητροπολίτου Καλύμνου κ, Ισιδώρου, ... ενώπιον πλήθος κόσμου ... ηνοίχθη ο τάφος του. Τότε εν πυκνόν σύννεφον θείας ευωδίας εξεχύθη και εκάλυψεν ολόκληρον την περιοχήν μέχρι των παρυφών της πόλεως ... Ο Μητροπολίτης έδωσεν εντολήν να κλείσουν τον τάφον δι' ευθετώτερον χρόνον. Αργότερον μετεφέρθη το ιερόν σκήνωμα εις Λάρνακα, η οποία είναι εναποτιθεμένη εν τω ιερώ παρεκκλησίω σεμνυνομένη προς τιμήν του αγίου Σάββα του ηγιασμένου.
[copy από http://kannavos.gr/biblia3.html]
Read more: http://iereasanatolikisekklisias.blogspot.com/2009/04/blog-post_04.html#ixzz1kIGbFrXc
Τετάρτη 27 Μαρτίου 2013
Γέροντος ἱερομ. Πετρωνίου Τανάσε (†2011) Δικαίου Ρουμανικῆς Σκήτης Τιμίου Προδρόμου Ἁγίου ὌρουςH μητέρα μου
Δευτέρα 25 Μαρτίου 2013
ΓΕΡΟ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ Ο ΚΟΜΠΟΣΧΟΙΝΑΣ ΈΛΕΓΕ: «Μεγάλο πράγμα είναι ή ευχή.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΣΚΗΤΙΚΗ ΚΑΙ ΗΣΥΧΑΣΤΙΚΗ ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ2011
πηγή
Κυριακή 3 Μαρτίου 2013
... Πατέρα μου, αμάρτησα... Πάρε με ως ένα δούλον σου...! -Θεόκλητος Μοναχός Διονυσιάτης
«... Πατέρα μου, αμάρτησα... Πάρε με ως ένα
δούλον σου...! Εγώ, τέκνον, τί είχα να κάμω
σ’ αυτά τα συγκλονιστικά λόγια; Ημπορούσα
να μη ελεήσω τον δικόν μου υιόν, που επέστρεψε;...
Ο Κύριος Ιησούς».
...ως περιεχόμενο και διδαχή η Παραβολή αυτή, όχι μόνο είναι πάντοτε επίκαιρη, αλλά είναι αναπόσπαστη από την προσωπικήν εμπειρία των αμαρτωλών και αγίων. Γι’ αυτό και χάριν των εν Χριστώ αδελφών μετέφρασα την ερμηνείαν της από τον χρυσούν Άγιον, τον Χρυσόστομον.
Ως γνωστόν Παραβολή είναι μία πλασματική ιστορία χάριν διδαχής. Και προκειμένου περί της Παραβολής του Ασώτου, έχει λεχθεί, ότι ήταν αρκετή αυτή, για να θεωρηθή ως Θεός αυτός που την έπλασε. Πράγματι, στην Παραβολήν, ως κεντρική ιδέα, αποκαλύπτεται η άπειρη αγάπη και ευσπλαγχνία του Θεού στα πλάσματά Του. Και για να καταφανεί η σε απίστευτον βαθμόν αγάπη του Θεού-Πατρός, πλάθει και τον πρεσβύτερον υιόν, που εκπροσωπεί τον μέσον τύπον του δικαίου, εκφραζομένου με την λογικήν, με το μέτρον και το δίκαιον. Δύναται δε να υποστηριχθεί, ότι και καλός χριστιανός δεν ήτο, αφού δεν εσκέπτετο το «ουδέν δύνασθε ποιείν άνευ εμού» και το Αποστολικόν: «Τί έχεις ω άνθρωπε, ο ουκ έλαβες; Και ει έλαβες, τί καυχάσαι ως μην λαβών;».
Με άλλα λόγια, εάν ο χριστιανός δεν υπερβεί την λογικήν του, το μέτρον και το δίκαιόν του, δεν μπορεί να λογίζεται ως χριστιανός. Κύριος ο Θεός να μας σκεπάζει από την απάνθρωπη και αφιλάδελφη συμπεριφορά του πρεσβύτερου υιού, φρονούντος ότι ήταν δίκαιος, ενώ ήταν δούλος της εγωπαθείας του και κατεβασανίζετο από τον φθόνον έναντι του ελεηθέντος αδελφού του:
Θεόκλητος Μοναχός
Διονυσιάτης
Παρασκευή 1 Μαρτίου 2013
Ο θαυματουργός φτωχόπαπας της Αθήνας

Δεκατεσσάρων ετών έμεινε ορφανός από πατέρα, και στα δεκαεπτά νυμφεύθηκε στην Αθήνα, όπου μετεκόμισε με την μητέρα και τα αδέλφια του από την γενέτειρά του την Νάξο. Η σύζυγος του απέθανε σε νεαρή ηλικία, αφού εν τω μεταξύ απέκτησαν ένα αγόρι. Στην πολυθόρυβη πόλη και μέσα σε τόσες φροντίδες, αφού ήταν πατέρας και μητέρα μαζί για το παιδί του και παράλληλα πνευματικός πατέρας για τους ενορίτες του, έζησε βίον αληθινού ασκητού με νήψη, προσευχή και λατρευτική ζωή.
Τις πρώτες γραπτές μαρτυρίες για την αγιότητα του παπα-Νικόλα τις έχουμε από τον σύγχρονό του Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη. Ο Παπαδιαμάντης ήταν ψάλτης του, στο Εκκλησάκι του Αγίου Ελισσαίου, κοντά στο Μοναστηράκι της Αθήνας. Έψαλλε στους εσπερινούς και τους όρθρους, στις λειτουργίες και τις ολονυκτίες, που τελούσε με κατάνυξη, αλλά και μεγαλοπρέπεια ο παπα-Νικόλας. Και μπόρεσε να διεισδύση στο βάθος της αγιασμένης αυτής ύπαρξης και να αντιληφθή το πλήθος των χαρισμάτων της, τα οποία ήταν επιμελώς κρυμμένα κάτω από το κέλυφος της απλότητας και της ταπείνωσης, γιατί ήταν και εκείνος εντεταγμένος στην ίδια προοπτική, ήταν, δηλαδή, φορέας της Ορθοδόξου Παραδόσεως. Τον ονομάζει άξιο λειτουργό του Υψίστου και τον αντιπαραβάλλει με τους “επαγγελματικούς ιερείς”, όπως τους αποκαλεί, και συνεχίζει:
“Είναι ο ταπεινότερος των ιερέων και ο απλοϊκότερος των ανθρώπων... είναι αξιαγάπητος, είναι απλοϊκός και ενάρετος, είναι άξιος του πρώτου Μακαρισμού του Σωτήρος”.Ήταν, όπως όλοι οι Άγιοι, αφιλοχρήματος και ελεήμων.
“Περνούσε πολύ χρήμα από τα χέρια του, αλλά αμέσως διοχετευόταν στην ελεημοσύνη. Ως και νεαρούς διάκους βοηθούσε να σπουδάσουν. Πολλές φορές δεν είχε ούτε μια πεντάρα πάνω του. Χωρίς να το προσέξη κάποτε πήρε ένα αμάξι να τον πάη σε κάποιο σπίτι. Όταν έφθασαν και ηθέλησε να πληρώση... κοιτάζει για λεπτά, ξανακοιτάζει, τίποτα. Βρέθηκε σε αμηχανία. Του λέγει ο αμαξάς: “Δεν είσαι συ ο εφημέριος του Αγίου Ιωάννου, ο παπα - Νικόλας;” - “Ναι, παιδί μου, εγώ είμαι”. - Έ, δεν θέλω λεπτά, μόνον την ευχή σου!””. Σε μια άλλη περίπτωση κάποιος, που του διάβασε κάποτε παράκληση, του έδωσε ως πληρωμή κάποιο σεβαστό ποσόν, μέσα σε κλειστόν φάκελο. Αυτός, καθώς πήρε τον φάκελο, τον έδωσε αμέσως κλειστόν σε μια πτωχή, που τον περίμενε πότε να τελειώση την παράκληση. Ο άνθρωπος που του τον έδωσε, άναψε από στενοχώρια. “Μα τον ευλογημένον”, έλεγε, “να μην κοιτάξη καν τι του έδωσα;!”.Έδειχνε μεγάλη υπομονή στους πειρασμούς και τις δοκιμασίες και αφάνταστη ψυχραιμία. Έλεγε κάποτε ο ίδιος συμβουλεύοντας μια πνευματική του κόρη:
“Εγώ παιδί μου με την υπομονή τα έβγαλα πέρα τα τόσα σκάνταλα που μου παρουσιαζόντουσαν”.Μεγάλη σημασία έδινε στην προσοχή και την συγκέντρωση του νου κατά την διάρκεια της προσευχής και της λατρείας. Στις διδασκαλίες του προς τα πνευματικά του παιδιά τόνιζε πολύ το σημείο αυτό. Μάλιστα, όταν έβγαινε να θυμιάση, κατά την διάρκεια του Όρθρου, πολλές φορές τον είδαν να θυμιά άδεια στασίδια, ενώ αντίθετα δεν θυμιούσε κάποιους από τους παρισταμένους. Με το πνευματικό του χάρισμα διέκρινε ότι, κάποιοι από τους παρόντες σωματικά ήσαν ουσιαστικά απόντες, αφού ο νους τους ήταν σκορπισμένος και τριγυρνούσε έξω εδώ κι εκεί, ενώ κάποιοι που απουσίαζαν, λόγω ασθενείας ή για άλλους λόγους ανωτέρους της θελήσεώς τους ήσαν νοερά παρόντες και προσευχόντουσαν την ώρα εκείνη.
Λειτουργούσε συχνά και μνημόνευε στην Αγία Πρόθεση πάρα πολλά ονόματα ζώντων και κεκοιμημένων. Αξιώθηκε να ακούση ψαλμωδίες αγγέλων.
Προτρέπουμε την ανάγνωση του βίου του, που προκαλεί μεγάλη γλυκύτητα στην καρδιά, όρεξη για προσευχή, μετάνοια και διάθεση για διόρθωση και μίμηση της θεάρεστης ζωής του.
Μοίρασαν με την αδελφή του την πολύ αξιόλογη πατρική τους περιουσία. Αλλά το μερίδιο του το έκανε ενέχυρο για κάποιο φτωχό, που δεν του το επέστρεψε ποτέ.
Έτσι παρέμεινε για όλη του την ζωή φτωχός. Σε ηλικία δέκα επτά ετών συνήψε τίμιο γάμο κατόπιν πιέσεων της μητέρας του, με την Ελένη Προβελεγγίου από τα Κύθηρα. Από τον γάμο αυτό απέκτησε ένα γιό, τον Ιωάννη. Ύστερα απέθανε η σύζυγός του. Στις 28 Ιουλίου του έτους 1879 χειροτονήθηκε Διάκονος στον Ιερό Ναό Μεταμορφώσεως Σωτήρος Πλάκας. Στις 2 Μαρτίου του 1885 χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος και τοποθετήθηκε στον Ιερό Ναό Αγίου Παντελεήμονος Ιλισσού. Και στην Ενορία αυτή και στην Ενορία του Αγίου Ιωάννη της οδού Βουλιαγμένης υπηρέτησε. Στον Άγιο Ελισσαίο λειτουργούσε καθημερινά.
Ο Άγιος Νικόλαος υπήρξε ο άνθρωπος του Θεού, ο λειτουργός ο άγιας του Υψίστου, ο άοκνος ιερουργός και λάτρης του Τριαδικού Θεού. Η μεγάλη του ευλάβεια, η απεριόριστη καλωσύνη του, η υπερβολική του αφιλοχρηματία, η απλότητά του, το ακτινοβόλο ιερατικό του ήθος, η άφθαστη ιεροπρέπειά του, η ταπείνωσή του, η αγάπη του για την Θεία Λατρεία και οι λοιπές του αρετές, τον καταξίωσαν στη συνείδηση του λαού. Όλοι εσέβοντο τον άγιο Νικόλαο, επίσημοι και αφανείς.
Δεν αγάπησε ποτέ του τα πλούτη. Όσα του έδιναν αμέσως τα έδινε στους φτωχούς. Είχε μισθοδοτήσει ένδεκα οικογένειες χηρών και ορφανών. Χρόνια και χρόνια τους έδινε επίδομα μέχρι που τα παιδιά τους έγιναν δεκατεσσάρων ετών. Βοηθούσε νεαρούς Διακόνους στις σπουδές τους. Ενίσχυε υλικά και πνευματικά όσους είχαν ανάγκη.
Υπήρξε ο ακαταπόνητος. Για μισό και πλέον αιώνα λειτουργούσε καθημερινά. Λιτός, απέριττος σε όλες του τις εκδηλώσεις! Πλούτος του και θησαυρός του, κέντρο της ζωής του η λειτουργική ζωή της Εκκλησίας μας! Άνθρωπος προσευχής, του οποίου η ζωή ήταν μια διακονία πίστεως και αγάπης.
Ήταν νηστευτής. Ενήστευε όλες τις Σαρακοστές και το λάδι. Και την νηστεία του Τιμίου Σταυρού την άρχιζε από την 1η Σεπτεμβρίου, μέχρι την 14η. Επίσης και των Ταξιαρχών ενήστευσε από τη 1η μέχρι και την 8η Νοεμβρίου.
Απλός και πανέξυπνος, εύστοχος στις απαντήσεις του, συνεδίαζε την απλότητα και την ιεροπρέπεια, την αφέλεια με την αγιότητα.
Δεν είχε σπουδάσει σε Πανεπιστήμια, ούτε σε Εκκλησιαστικές Σχολές, ούτε σε Λύκεια και Γυμνάσια. Και ίσως να μη φοίτησε και σε καμμιά τάξη του τότε Ελληνικού Σχολείου. Όμως άριστα κατείχε την σοφία του Θεού.
Ο Θεός εδόξασε τον Άγιο Νικόλαο με το να θαυματουργεί. Είναι αμέτρητα τα θαύματά του. Εθεράπευε ασθενείς, απεμάκρυνε δαιμόνια, προέλεγε το μέλλοντα, έλυνε δύσκολα θέματα, συμβούλευε πρεπόντως.
Ξημέρωσε η Κυριακή του Ασώτου, 28η Φεβρουαρίου του έτους 1932. Αυτή είναι η μέρα που λειτούργησε για τελευταία φορά στο επίγειο Ιερό Θυσιαστήριο. Μετά τη Θεία Λειτουργία έχασε τις αισθήσεις του. Οι πιστοί και οι οικείοι του τον φρόντισαν. Αλλά παρ' όλες τις φροντίδες τους, δεν μπόρεσαν να αναστρέψουν την πορεία που είχε πάρει η υγεία του.
Ήταν δέκα η ώρα το βράδυ της 2ας Μαρτίου του 1932. Έκανε το σημείο του Τιμίου Σταυρού. Ψιθύριζε προσευχές. Είπε:
...και άλλα, και άφησε τον κόσμο αυτό.
Το πρωί έφεραν το ιερό του λείψανο στον Ναό Αγίου Ιωάννου της Οδού Βουλιαγμένης, εκεί όπου εφημέρευε. Για τρεις μέρες ετέθη σε λαϊκό προσκύνημα. Οι λαϊκές εκδηλώσεις ήταν πρωτοφανείς και το πλήθος του λαού αναρίθμητο. Χιλιάδες λαού κατέφθασαν από το λεκανοπέδιο Αττικής για να αποχαιρετήσουν τον σύγχρονο Άγιο!
Η Αγία μας Εκκλησία ανεκήρυξε και επισήμως ως άγιο τον Άγιο Νικόλαο τον Πλανά κατά την 135 η Συνοδική Περίοδο (1991-1992) του Πανσέπτου Οικουμενικού Πατριαρχείου, με εισήγηση του Μητροπολίτου Πατρών Νικοδήμου, και με την φροντίδα του Μητροπολίτου Παροναξίας Αμβροσίου.
Μεταξύ αυτών των σπουδαίων αγίων παραδειγμάτων, είναι και το παράδειγμα της ζωής του μεγάλου Ναξιώτη, του επιλέκτου τέκνου της Νάξου και της Ορθοδοξίας, του αγίου συμπατριώτη μας Ιερέως Νικολάου του Πλανά. Του αγίου, που δεν έζησε στα παλιά χρόνια, αλλά έζησε μόλις πριν εξήντα επτά χρόνια, πράγμα που σημαίνει ότι υπάρχουν πολλοί ηλικιωμένοι που ίσως τον θυμούνται, άρα είναι σύγχρονός τους.
Έτσι, ο υπεράξιος, ο εκλεκτός, ο άγιος αυτός ιερέας του Υψίστου. με την πάμφωτη ζωή του, φωτίζει άπλετα και τον δρόμο της δικής μας ζωής.
Η παρουσία του στην τοπική μας Εκκλησία, η διακονία του στον ευρύτερο χώρο της Εκκλησίας, η μαρτυρία του μέσα στην Ορθοδοξία, είναι ένας ανεκτίμητος θησαυρός, που πρέπει να αποτελέσει για όλους μας και μάλιστα για τους ιερείς μας κανόνα, υπογραμμό και πρότυπο πορείας.
Η ζωή του ας μας εμπνέει και οι άγιες ευχές του ας μας στηρίζουν. Αμήν .
Ο άγιος Νικόλαος ο Πλανάς εορτάζει κατά την καθιερωμένη Πανήγυρη της 2ας Μαρτίου. Εάν η ημέρα της Εορτής συμπίπτει κατά την περίοδο της Μ. Τεσσαρακοστής, τότε η Μνήμη του εορτάζεται κατά την επομένη Κυριακή.
Ωσαύτως, εορτάζει την πρώτη Κυριακή του Σεπτεμβρίου, κατά την καθιερωθείσα προσφάτως Σύναξη των Πέντε Αγίων της Παροναξίας, η οποία τελείται στον νεόδμητο Ι. Ναό των Ναξίων Αγίων Νικοδήμου του Άγιορείτου και Νικολάου του Πλανά ‚στην πόλη της Νάξου.
Ακόμη, την Τρίτη Κυριακή του Σεπτεμβρίου στην Πάρο, όπου επίσης τελείται η Σύναξη των Αγίων.
Οι Ασματικές Ακολουθίες του Αγίου Νικολάου του Πλανά, οι οποίες ευρίσκονται σε λειτουργική χρήση, συντάχθηκαν από τον Σεβ. Μητροπολίτη Πατρών κ. Νικόδημο, και από τον Αρχιμ. Νικόδημο Παυλόπουλο, Ηγούμενο της Ι. Μονής Λειμώνος Λέσβου.
(Από το βιβλίο «Το πρώτο μου συναξάρι», εκδόσεις Ιεράς Μονής Χρυσοπηγής, 1997)/